Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Τα βιβλία της γλώσσας του δημοτικού έξι χρόνια μετά

Συνεχίζουμε σήμερα δημοσιεύοντας μία ακόμα εργασία που παρουσιάστηκε στο 10ο Συνέδριο για τη Διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας  και αφορά πάλι σε βιβλία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.


ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ 10Ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ


ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ (Ε΄ - ΣΤ΄) 6 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ




Του Χριστόπουλου Παναγιώτη, δασκάλου
Όλο αυτό το διάστημα, το οποίο προετοίμαζα την παρούσα ομιλία, έψαχνα θα έλεγα απεγνωσμένα να βρω κάτι το θετικό για τα λεγόμενα νέα βιβλία της ελληνικής γλώσσας της Ε΄ & Στ΄ Δημοτικού, αλλά και γενικότερα για τα νέα βιβλία του δημοτικού. Ομολογώ πως η προσπάθεια αυτή αποδείχτηκε μια δύσκολη δοκιμασία. Θέλησα να ανακαλύψω κάτι από αυτά που διαφημίζουν οι συγγραφείς αυτών των βιβλίων όπως: διαθεματικότητα, λειτουργική χρήση της γλώσσας, καινοτομία, πλούσια εικονογράφηση, βιβλία φερμένα από το μέλλον. Ακόμα όμως και αυτά τα οποία υποτίθεται ότι προσφέρουν και υπηρετούν με τον νέο τρόπο γραφής τους και τις όποιες καινοτομίες εισάγουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, ακόμα και αυτά τα θετικά που ακούστηκαν σε συνέδρια που πραγματοποιηθήκαν κυρίως κατά το έτος εισαγωγής τους στην εκπαίδευση (2006), δε φαίνεται τελικά να το επιτυγχάνουν. Κι αυτό γιατί ούτε την πολυδιαφημισμένη διαθεματικότητα – που απορρέει βέβαια από τα αντίστοιχα αναλυτικά προγράμματα-  καταφέρνουν να εισάγουν (θα λέγαμε μάλιστα ούτε καν τη διεπιστημονικότητα), ούτε τα παιδιά μαθαίνουν και εξοικειώνονται με τη λειτουργική χρήση της γλώσσας. Εξάλλου οι απαιτούμενες και αναγκαίες διασυνδέσεις στοιχείων από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους πρέπει να ξεπηδούν φυσιολογικά από την ουσία των θεμάτων κάθε μαθήματος. Δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός, δεν μπορεί να καταλήγει απλή αναφορά και απλή προτροπή σε κάποιες ασκήσεις, αλλά εργαλείο σφαιρικής γνώσης.

Επιπρόσθετα ούτε η εικονογράφηση μπορεί να χαρακτηριστεί σπουδαία και επαρκής – ένα φτηνό βιβλίο του εμπορίου έχει πολύ πιο πλούσια και φανταχτερή και πιο ελκυστική στα παιδιά εικονογράφηση-. Μάλιστα αν τα βιβλία αυτά πωλούνταν στο εμπόριο είναι σίγουρο ότι κανένας γονέας δεν θα τα αγόραζε για το παιδί του. Και ακόμα χειρότερα από το μέλλον θα μπορούσαν να προέρχονται αυτά τα βιβλία μόνο αν ήμασταν σφόδρα πεσιμιστές και πιστεύαμε πως το μέλλον μας θα είναι πολύ χειρότερο από ότι έζησε η ανθρωπότητα και η Ελλάδα πιο συγκεκριμένα τα τελευταία 50 χρόνια τουλάχιστον.

Αλλά αντιπαρέρχοντας το παραπάνω ζήτημα, ας οδηγηθούμε σιγά σιγά στην ουσία του προβλήματος και ας δούμε ήρεμα και  νηφάλια, ας παρατηρήσουμε προσεκτικά και χωρίς φόβο και προκατάληψη τα βιβλία αυτά του δημοτικού κι ας δούμε τι είναι πραγματικά αυτό που λείπει από αυτά τα βιβλία. Τι είναι αυτό που κάνει μαθητές και δασκάλους τελειώνοντας το μάθημα της ημέρας να αισθάνονται πως γεύτηκαν για ακόμη μια φορά ένα άνοστο και κακομαγειρεμένο φαγητό, ένα φαγητό χωρίς αλάτι και πιπέρι, μια συνταγή χωρίς ουσία. Τι είναι αυτό που κάνει μαθητές και γονείς να αγανακτούν, να νιώθουν – αν και οι περισσότεροι σπουδαγμένοι- ότι δεν καταλαβαίνουν τίποτα, να αναρωτιούνται αν τόσο πολύ έχει προχωρήσει η επιστήμη ή αυτοί ξεχνούν τόσο γρήγορα, τόσο εύκολα… Με άλλα λόγια τι είναι αυτό που τυραννά 6 χρόνια τώρα – και ο θεός ξέρει για πόσο ακόμα- όλη την εκπαιδευτική κοινότητα: μαθητές, δασκάλους, γονείς, παππούδες και γιαγιάδες και όποιον γενικά σχετίζεται με τα σχολικά βιβλία.

Α. Πρώτα από όλα ας ασχοληθούμε με το αλάτι. Αυτό που πρώτιστα και βασικά λείπει από τα νέα βιβλία είναι η καλλιέργεια του αισθητικού κριτηρίου στους μαθητές, η έλλειψη συγκινησιακών καταστάσεων που απορρέουν από την ανάγνωση ενός αξιόλογου λογοτεχνικού κειμένου, η  έλλειψη συναισθηματική προσέγγισης των κειμένων. Αυτή λοιπόν η απουσία φιλολογικής και αισθητικής αξίας εντοπίζεται σχεδόν στο σύνολο των μαθημάτων της γλώσσας που περιέχονται στα νέα βιβλία. Λείπει δηλαδή το μεδούλι, αυτό που συναρπάζει, αυτό που συνεπαίρνει τον μικρό αλλά και μεγαλύτερο αναγνώστη, αυτό που σε κάνει να αντιλαμβάνεσαι την πραγματική αξία της  λογοτεχνίας και το πόσο μεγάλη είναι η δύναμή της, αυτό που κάνει το μάθημα της ελληνικής γλώσσας ενδιαφέρον και τον κόσμο της λογοτεχνίας ελκυστικό και μυστηριώδη.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι από τα «σύγχρονα» βιβλία της γλώσσας λείπουν ή είναι εμφανώς παραγκωνισμένοι (εκπροσωπούμενοι με 1 μόλις κείμενο και αυτό όχι σε κύρια θέση) όλοι οι μεγάλοι Έλληνες πεζογράφοι και ποιητές. Μετά από μια μικρή στατιστική μελέτη σχετικά με τη συχνότητα κειμένων και τους συγγραφέων στα 10 συνολικά βιβλία της γλώσσας της Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα:

1) Εκπροσωπούνται με μόλις ένα (1) κείμενο πεζό ή ποίημα οι εξής μεγάλοι μας λογοτέχνες: Σολωμός, Παλαμάς, Ελύτης, Σεφέρης, Παπαντωνίου, Νιρβάνας, Ξενόπουλος και ακόμα χειρότερα δεν υπάρχει κανένα κείμενο ούτε για δείγμα – σε αντίθεση με προηγούμενες εκδόσεις- από τους: Καζαντζάκη, Καβάφη, Παπαδιαμάντη, Κόντογλου, Μυριβήλη, Κρυστάλλη, Καρκαβίτσα, Πολέμη, Κάλβο, Δροσίνη, Βιζυηνό, Άγρα Ρώτα, Σαμαράκη, Ψαθά, Σικελιανό, κ.ά. Εξοστρακίστηκαν και εξοβελίστηκαν όλοι οι μεγάλοι Έλληνες συγγραφείς και μάλιστα σχεδόν όλοι όσοι από αυτούς τυγχάνουν και οι πιο πολυμεταφρασμένοι, αυτοί που διαβάζονται σήμερα από μικρούς και μεγάλους και στις πιο απίθανες γλώσσες του κόσμου.

2) Αλλά δεν πάει πίσω η γενιά των νεότερων συγγραφέων και πιο συγκεκριμένα των συγγραφέων παιδικής λογοτεχνίας.  Απουσιάζουν  λοιπόν εντελώς οι: Σίνου (υπάρχει συνέντευξη), Καλιότσος, Φακίνου, Σαμαράκης, Γκρίτση – Μιλλιέξ, κ.ά.

3) Επίσης απουσιάζουν κλασικοί ξένοι συγγραφείς που υπήρχαν στην προηγούμενη σειρά βιβλίων: A.DE SAINT-EXUPERY, Γκαίτε, Μπρεχτ, Σαίξπηρ, Τέιλορ, Τουαίν, Χάχφελντ, κ.ά.

4) Απουσιάζουν δε και οι τόσο σπουδαίοι οι μύθοι του Αισώπου, οι οποίο δίδασκαν και διδάσκουν μικρούς και μεγάλους χωρίς διδακτισμό, με φυσικό και απέριττο τρόπο –και ελληνικό θα συμπλήρωνα- μιας που πολλοί από αυτούς τους μύθους έχουν έρθει ως τις μέρες μας παραλλαγμένοι αλλά με την ίδια ουσία με τον προφορικό λόγο – μέσα από τα παραμύθια της γιαγιάς.

5) Απουσιάζουν τα άφταστα δημοτικά μας τραγούδια όπως τα ακριτικά (Ο θάνατος του Διγενή), τα κλέφτικα (του κλέφτη το κιβούρι), της ξενιτιάς (του Νεκρού Αδερφού), παραλογές (Το γεφύρι της Άρτας), παιδικά (Ντίλι Ντίλι), νανουρίσματα, αλλά και ταχταρίσματα, μοιρολόγια κ.ά. Υπάρχουν μόνο κάλαντα, κάποιοι ύμνοι της εκκλησίας και το «Κάτω στου βάλτου τα χωριά».

6) Τέλος λείπουν όλοι σχεδόν οι αρχαίοι συγγραφείς: Αισχύλος, Αριστοφάνης, Ευριπίδης, Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Λουκιανός, Σοφοκλής ενώ υπάρχει μόνο ένα κείμενο του Ομήρου (Συνάντηση Τηλέμαχου – Οδυσσέα).

Και θα αναρωτηθείτε εύλογα βέβαια και τι υπάρχει όμως στη θέση όλων αυτών; Μήπως υπάρχει κάτι καλύτερο, κάτι που το αγνοούσαμε ως τώρα και ήρθε η εποχή να αξιοποιηθεί στην εκπαίδευση και στη μόρφωση των αυριανών πολιτών;

Στη θέση λοιπόν όλων των παραπάνω υπάρχουν, σύμφωνα πάντα με την μικρή στατιστική μελέτη:

1. Άρθρα εφημερίδων: Πληθώρα άρθρων, σχετικών και άσχετων, ατάκτως ερριμμένα εντός των πολλών σελίδων των νέων βιβλίων, αλλά και κατά συνέπεια εντός των κεφαλιών των μικρών μαθητών. Σε 15 τουλάχιστον μαθήματα υπάρχουν αποκόμματα εφημερίδων (ΕΘΝΟΣ, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΝΕΑ, ΧΡΥΣΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ, ΒΗΜΑ, ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ).

2. Ιστοσελίδες. Σε 10 ανέρχονται τα κείμενα που προέρχονται από ιστοσελίδες κυρίως ελληνικών ιστοτόπων (ΦΟΚΟΥΣ, ΠΛΑΝΗΤΑΡΙΟ, ΖΩΟΦΙΛΙΑ ΚΛΠ.).

3. Αλλά εκεί που δείχνουν μια αδυναμία τα νέα βιβλία είναι τα περιοδικά. Όχι ένα, όχι δύο αλλά σαράντα δύο κείμενα σε σύνολο 239 προέρχονται από διάφορα κυρίως παιδικά περιοδικά όπως: KIDS FUN  (3), ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ (4), ΜΙΚΥ (2) και αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο, η πραγματική εμμονή: το Περιοδικό ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ που εμφανίζεται 15 φορές.

4. Τέλος, υπάρχουν και 15 κείμενα – όχι σπουδαία- της συγγραφικής ομάδας και 5 κείμενα με κατασκευές που κατέχουν κεντρική θέση στη διδασκαλία.

5. Και για τη λογοτεχνία τι μένει 102 κείμενα και ποσοστό 42,5 %, ενώ μέσα σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και κείμενα ήσσονος σημασίας, αποσπασματικά ή κείμενα που ως βασικό στόχο έχουν την εφαρμογή κάποιων γραμματικών φαινομένων και όπου το κείμενο δεν αντιμετωπίζεται καθόλου λογοτεχνικά, νοηματικά, εννοιολογικά.


Β. Αδυναμία σύνδεσης κειμένου με το γραμματικό ή συντακτικό φαινόμενο το οποίο εξετάζεται – γενικότερη υποβάθμιση της ελληνικής γλώσσας. Βλέποντας κανείς παλαιότερα βιβλία γλώσσας και γραμματικής για την αγωνιώδη όσο και κοπιαστική προσπάθεια μεγάλων δασκάλων μας όπως του Τριανταφυλλίδη και του Χρίστου Τσολάκη να βρουν για κάθε γραμματικό φαινόμενο και ένα παράδειγμα, όχι όμως τυχαίο, όχι φτιαχτό αλλά μέσα από την σπουδαία λογοτεχνική μας παράδοση, μέσα από κείμενα που κινούν και συγκινούν, μέσα από το πηγαίο της γλωσσικής επικοινωνίας, είναι να ωχριά κανείς με τους κατασκευαστές αυτών των βιβλίων όπου η σύνδεση του γραμματικού φαινομένου με το κείμενο τις περισσότερες φορές είναι εντελώς άστοχη, ενώ συχνά το όποιο κείμενο είναι τοποθετημένο αδύναμα, πρόχειρα και δείχνει ευκαιριακό και τυχαίο. Έτσι λοιπόν αναπόφευκτα ο μικρός μαθητής δυσκολεύεται στην επίλυση των ασκήσεων, στην κατανόηση των γραμματικών και συντακτικών φαινομένων που εξετάζονται και ο δάσκαλος με της σειρά τους αναγκάζεται πολύ συχνά να προχωρά σε επανορθωτικές διδασκαλίες για να διορθώσει όσο μπορεί τα… κακώς κείμενα των εμπνευστών της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.

Πρωί πρωί χαράματα

έκοψα απ’ τον ήλιο γράμματα

στη γλώσσα που διαβάζουνε

οι αγράμματοι κι αγιάζουνε.

Μας λέει ο, και τιμώμενος από το παρόν συνέδριο, νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης. Και δανείζομαι τον σχετικό σχολιασμό του εξαίρετου συναδέλφου Κωνσταντίνου Σαμοΐλη για την ποιότητα της ελληνικής γλώσσας στα νέα βιβλία:

«Αυτή τη γλώσσα, απ’ τις αμμουδιές του Ομήρου, με τα πρώτα πρώτα Δόξα Σοι, με τα πρώτα λόγια του ύμνου, τη γλώσσα που μου έδωσαν ελληνική και είναι η μόνη έγνοια μου, αυτή τη γλώσσα σήμερα έβαλαν σημάδι οι μετα- απορρυθμιστές της σχολικής πραγματικότητας.

Διά της αλλαγής των βιβλίων, διά της νέας μεθόδου διδασκαλίας και διά της μετάλλαξης του δασκάλου.

Η ποιότητα του περιεχομένου των νέων βιβλίων συναινεί στην άνοδο της ασημαντότητας, ώστε το παιδί να μαθαίνει τα πάντα, χωρίς να κατανοεί τίποτα. Ένας αυριανός πολίτης χωρίς εφόδια, χωρίς αρματωσιά, παροπλισμένος οπλίτης χωρίς κριτική σκέψη».



Γ. Απουσιάζουν κείμενα κοινωνικού προβληματισμού, ανάπτυξης κοινωνικής συνείδησης, της ταυτότητας του πραγματικά κριτικά σκεπτόμενου και ενεργού πολίτη.

Τις δεκαετίες ‘50 και ‘60 κυριάρχησαν στα σχολικά βιβλία της γλώσσας, τα λεγόμενα και αναγνωστικά, κείμενα τόνωσης και ενίσχυσης του εθνικού και θρησκευτικού φρονήματος των μαθητών, στις δεκαετίες του ‘80 και του ‘90 κείμενα κοινωνικού προβληματισμού και ανάπτυξης της ιδιότητας του πολίτη και στις δύο τελευταίες δεκαετίες 2000 και ‘10 κείμενα της αγοράς και της καθημερινότητας των μαθητών με ταυτόχρονο παραγκωνισμό της λογοτεχνίας που κυριαρχούσε στις δύο προηγούμενες περιόδους. Δε δίνεται έμφαση στη δύναμη του κειμένου και στον παιδαγωγικό χαρακτήρα ενός αξιόλογου και σωστά επιλεγμένου κειμένου, όσο στην επίτευξη μαθησιακών στόχων με κείμενα που θεωρούνται πως βρίσκονται πιο κοντά στην καθημερινότητα του μαθητή και γίνεται προσπάθεια εξοικείωσης με διαφορετικά είδη κειμένων, αδιαφορώντας για την αυταξία τους.

Έτσι στα νέα βιβλία κυριαρχούν όπως είδαμε και πριν, κείμενα διαχειριστικά, οδηγιών, ανακοινώσεων, αφίσες, μικρές αγγελίες, διαφημιστικά, άχρηστα άρθρα από επιλεγμένες εφημερίδες και περιοδικά, προτάσεις αποκομμένες στην πραγματικότητα από τον λεγόμενο επικοινωνιακό λόγο που υποτίθεται ότι υπηρετούν, πρόχειρες και ανούσιες, αντιαισθητικές, προσχηματικές, ασύνδετες πληροφορίες και κάποιες χρηστικές δεξιότητες.

Αλλά ας θυμηθούμε μερικούς τίτλους από την προηγούμενη σειρά βιβλίων της γλώσσας (των δεκαετιών του ’80 και του ’90) με έντονο κοινωνικό και αντιπολεμικό χαρακτήρα: Τον άρτον ημών τον επιούσιον, Το σιδερένιο ποτάμι, οι οδοκαθαρισταί, Ένα δάκρυ για τον μπάρμπα- Τζίμη, Ο Κάβος γάτα, Η κατάρα του πεύκου, Το τραγούδι στο νέο καράβι, Το στοιχειό, Ο Μορμόλης, Η βουλή των ποντικών, Ειρήνη, Μετανάστευση, τα μεταλλεία του Λαυρίου, Στα αγνάντια κ.ά. Νομίζω πως δε χρειάζεται σχολιασμός. Από τους τίτλους και μόνο καταλαβαίνουμε…

Δ. Από το νέα βιβλία λείπουν έννοιες όπως: πατρίδα, δημοκρατία, ισότητα, ελευθερία, αλήθεια, αυταπάρνηση, θυσία, αγώνας, ιδανικά, θάρρος, Χριστιανισμός – θρησκεία, αλληλεγγύη.

Αντίθετα υπάρχουν αλλά και προωθούνται πρότυπα που έχουν σχέση με έννοιες όπως: κατανάλωση, διαφήμιση, τηλεόραση, αφίσα, μηχανές, , μαγικά,  κατασκευές, οδηγίες χρήσης, συνταγές κ.ά.

1ο παράδειγμα. Θες να μάθεις Γραμματική; Μάθε να μαγειρεύεις! Έτσι θα μάθεις την Προστακτική! Περίεργο ε; Μπα το υπουργείο περί άλλων τυρβάζει. Ο τσελεμεντές είναι πλήρης και αποτελεί την ενότητα 4 με τίτλο «διατροφή» του βιβλίου της ΣΤ' Δημοτικού για τη διδασκαλία της Γλώσσας!

Έτσι, λοιπόν, για να μάθουν τα παιδιά την ...Προστακτική προσφέρονται τα παρακάτω εδέσματα: «Μακαρόνια με κιμά» - σελίδα 48, «ρολόι για φάγωμα» με ψωμί για τοστ και ζαμπόν - σελίδα 49, «γάρος, το κέτσαπ των αρχαίων» - σελίδα 51, φασολάκια βραστά - σελίδα 52.

Το κρίσιμο είναι ότι θεωρούν αυτονόητο και θέλουν να το διδάξουν και στα παιδιά πως τα φιλολογικά κείμενα που περιέχουν Προστακτική είναι για πέταμα. Ότι σημασία έχει να μαθαίνουν πρακτικά πράγματα, γιατί έτσι κι αλλιώς το κύριο δεν είναι να μάθουν γράμματα, αλλά να ανταποκρίνονται άμεσα στις εντολές που θα παίρνουν αύριο σαν εργάτες.

Χαρακτηριστικό της μερικότητας που διδάσκεται είναι και η εξήγηση του σκοπού μιας τέτοιας διδασκαλίας στο μάθημα της Γλώσσας. Στην εισαγωγή του κεφαλαίου αναφέρεται ότι οι μαθητές θα ασχοληθούν με τα εξής: «Πώς δίνουμε οδηγίες για μια συνταγή, πώς σχηματίζουμε την προστακτική των σύνθετων ρημάτων, πώς χρησιμοποιούμε τις αποτελεσματικές προτάσεις».

Πρόκειται για ένα από τα πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι στα νέα βιβλία η γλώσσα αντιμετωπίζεται αποκλειστικά σα νεκρό εργαλείο επικοινωνίας σε βάρος του σύνθετου ρόλου της ως οργάνου σκέψης και έκφρασης. Προωθούν ένα μηχανικό τρόπο σκέψης με τον οποίο θέλουν να μπολιάσουν τους αυριανούς απασχολήσιμους εργάτες.


2ο παράδειγμα. Αναφερόμαστε στη διαφήμιση πολυεθνικής που ανέλαβε να κάνει το ελληνικό υπουργείο Παιδείας, το οποίο συμπεριέλαβε στην ύλη του βιβλίου Γλώσσας της Ε' Δημοτικού μια ολόκληρη σελίδα (ενότητα 11, σελ. 78), με οδηγίες του ηλεκτρονικού ποδοσφαίρου για την κονσόλα Play Station 2, της Sony. Στο μάθημα της Γλώσσας οι μαθητές «διδάσκονται» το πώς παίζεται το παιχνίδι, ενώ στις επόμενες σελίδες καλούνται να απαντήσουν σε ερωτήσεις πάνω στο κείμενο, το οποίο εντάσσεται σε μια ενότητα αφιερωμένη σε παιχνίδια μέσα από τα οποία τα παιδιά υποτίθεται πως διδάσκονται τις εγκλίσεις των ρημάτων, τα απρόσωπα ρήματα και τις κλίσεις των επιθέτων. Αυτό που κυριαρχεί όμως τελικά είναι η ίδια η φίρμα της πολυεθνικής.


Επίσης γίνεται διαφήμιση και της περίφημης Euro Disney στο Παρίσι και μάλιστα λες και απευθύνεται μόνο σε παιδιά των Βορείων Προαστίων ξεκινώντας με τη φράση: «Πάρτε το πρώτο αεροπλάνο μαζί με την Άλκηστη και ταξιδέψτε ως το Παρίσι…»


Τα παραδείγματα διαφημίσεων διαφόρων προϊόντων είναι διάσπαρτα στα νέα σχολικά βιβλία, καθώς η γλώσσα προσεγγίζεται κυρίως μέσα από τέτοιου είδους «χρηστικά» κείμενα, αντί για πλούσια σε νόημα κείμενα τα οποία καλλιεργούν τη γλώσσα ως εργαλείο σκέψης. Άλλωστε, είναι φανερό ότι στα νέα βιβλία, στο πλαίσιο της ανάπτυξης πρώτα και κύρια δεξιοτήτων, η έμφαση δίνεται στη χρήση της γλώσσας αποκλειστικά ως επικοινωνιακό εργαλείο, παραγνωρίζοντας το ρόλο της στη συγκρότηση της σκέψης.


Ε. Περιορίζεται στο ελάχιστο η αυτονομία και η πρωτοβουλία των μαθητών. Οι μαθητές δυσκολεύονται τόσο στην κατανόηση των ασκήσεων – ανεξάρτητα από την προσωπική τους ικανότητα- λόγω των υπερβολικών οδηγιών, την έλλειψη παραδείγματος, την έλλειψη λογικής οργάνωσης, την έλλειψη συγκεκριμένων μαθησιακών στόχων, την προχειρότητα, τη μεταφραστική αδυναμία και τον μιμητισμό, την εκφραστική αδυναμία, την έλλειψη χώρου για την πραγματοποίηση συγκεκριμένων εργασιών, κ.ά.

ΣΤ. Τα παραπάνω καταδεικνύουν εκτός της προχειρότητας, την έλλειψη δοκιμαστικής εφαρμογής των παραπάνω βιβλίων, την έλλειψη στη συγγραφική ομάδα ανθρώπων του σχολείου και της πραγματικής - μάχιμης εκπαίδευσης, τη μη σύνδεση θεωρίας και πράξης.

Ζ. Το πολυσχιδές του εγχειρήματος. Μπερδεύει και αποπροσανατολίζει τους μαθητές με το χοντρό και το λεπτό βιβλίο, το μεγάλο και το μικρό, άσπρο και το μπλε, με το βιβλίο του μαθητή και το τετράδιο εργασιών, με τα 5 τεύχη ανά τάξη. Θα ήταν προτιμότερο να υπήρχε ένα βασικό βιβλίο αναφοράς επίτομο και όλα τα υπόλοιπα (π.χ. αφίσες, ανακοινώσεις, μικρές αγγελίες κλπ.) να περιέχονταν σε ένα φάκελο που θα μπορούσε εύκολα να αναπαράγει ο δάσκαλος της καθεμίας τάξης. Είναι συχνό το φαινόμενο να βλέπουμε μαθητές του δημοτικού σχολείου να κουβαλούν τσάντες υπερφορτωμένες, που συχνά φτάνουν μέχρι και το μπόι τους, και να προκαλούν έτσι και πιθανές σωματικές βλάβες στον εαυτό τους, αλλά και να κουράζονται κάθε μέρα υπερβολικά χωρίς λόγο.

Η. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον όλων των ειδικών και των επαϊόντων της εκπαίδευσης περιορίζεται μόνο στο πώς θα διδάξουμε ένα αντικείμενο και πολύ λιγότερο στο τι θα διδάξουμε. Με αυτό τον τρόπο απομακρυνόμαστε από την ουσία της εκπαίδευσή μας, η οποία για πολλά χρόνια μπορεί να μην έβρισκε πάντοτε το σωστό τρόπο για τη διδασκαλία, αλλά τουλάχιστον ήταν πολύ κοντά στο τι ορίζουμε ακόμη και σήμερα ως ελληνικό πολιτισμό, έναν πολιτισμό σμιλεμένο στο διάβα των αιώνων μέσα από πολλαπλές εκφάνσεις: αρχαία Ελλάδα, βυζάντιο, εικοσιένα κλπ.. Έτσι αντί στόχος της εκπαίδευσή μας να  είναι η διαμόρφωση του αυριανού πολίτη, ο οποίος θα γνώριζε τα βασικά καθήκοντα και υποχρεώσεις του απέναντι στο κράτος, θα είχε μια γνωριμία με τα κλασικά αλλά και νεότερα έργα της λογοτεχνίας μας αλλά και της παγκόσμιας, θα κατείχε τα βασικά στοιχεία όλων των βασικών επιστημών, θα είχε καλλιεργήσει επαρκώς την αισθητική και συναισθηματική φύση του, θα μετείχε ενεργά στον πολιτισμό μέσα από τις διάφορες εκφάνσεις του όπως θέατρο, μουσική, ζωγραφική κλπ., καταλήγει τελικά στη δημιουργία ενός άβουλου και πειθαρχημένου εργάτη, ο οποίος θα έχει γαλουχηθεί με τα ιδεώδη της ευέλικτης εργασίας, χωρίς δικαιώματα και χωρίς γνώσεις που δεν του χρειάζονται στη δουλειά του. Τι πολιτισμός και τι παιδεία!!! Κουραφέξαλα!

Τι να το κάνω λοιπόν να διδάξω με τον καλύτερο τρόπο, τον πιο εύπεπτο κάτι κι αυτό να είναι ανούσιο, ανόητο, άχρηστο, άηθες;


Θ. Κι όλα αυτά συμβαίνουν ειδικά τα τελευταία χρόνια σε ένα περιβάλλον περιοριστικό οικονομικά και πνευματικά, με σημαντικές μειώσεις επιχορηγήσεων στα σχολεία, με μειώσεις μεγάλες στους ήδη πενιχρούς μισθούς των εκπαιδευτικών, με αισθητή μείωση του μέσου εισοδήματος της ελληνικής οικογένειας. Η εκπαίδευση που είναι το Α και το Ω μιας κοινωνίας, ο πραγματικός μοχλός ανάπτυξης, η πραγματική επένδυση ενός τόπου, συμπεριλήφθηκε κι αυτή χωρίς εξαίρεση στη γενικότερο πλαίσιο περικοπών και μείωσης των δαπανών σε όλα τους τομείς του δημοσίου, σαν να ήταν μια οποιαδήποτε επιχειρηματική ή οικονομική δραστηριότητα του κράτους. 

Προφητικά λοιπόν τα όσα γράφει σχετικά ο Μίλτος Κουντουράς το 1923, στο Κλείστε τα σχολειά:

 «Το κράτος εξάλλου ας θελήσει επιτέλους να σκεφτεί ότι δεν είναι επιχειρηματίας, που το σχολειό είναι απλώς ένα μαγαζί του κι ο δάσκαλος ο υπάλληλος του μαγαζιού αυτού !
Το σχολειό δεν είναι εμπορική επιχείρηση, αλλά ένας δονούμενος νεφελόκοσμος κι ο δάσκαλος ο μικρός θεός μιας πραγματικής δημιουργίας !
Κι αν το κράτος εξακολουθήσει να κάνει εμπορικούς υπολογισμούς και ν' αναγκάζει το δάσκαλο έστω και μια στιγμή της μέρας του να ξοδεύει έξω απ' το σχολείο για τη διατροφή του, έ τότε αλλίμονο στα νιάτα αυτά που μπαίνουνε σε τέτοια εμπορικά καταστήματα»!


Ι. Κλείνοντας, μπορούμε συμπερασματικά να καταλήξουμε στο ότι αυτά τα λεγόμενα νέα βιβλία, είναι τα βιβλία που δημιουργούν απόγνωση στα σπίτια. Είναι τα βιβλία που ο δάσκαλος δεν πρέπει να χρησιμοποιεί για να κάνει μάθημα. Είναι βιβλία καταδικασμένα στη συνείδηση των ανθρώπων που έχουν σχέση με τη διδασκαλία ή με το διάβασμα των παιδιών. Βιβλία που ποτέ δε νομιμοποιήθηκαν στη συνείδηση εκπαιδευτικών και γονιών.

Ένας άνθρωπος που ενδιαφέρεται πραγματικά για την εκπαίδευση, για το μέλλον των παιδιών του και γενικότερα για το αύριο αυτής της χώρας δε μπορεί παρά -σήμερα πιο έντονα από ποτέ- να απαιτήσει την άμεση απόσυρση αυτών των βιβλίων και αυτών των αναλυτικών προγραμμάτων. Πρέπει όλα αυτά να αντικατασταθούν με καινούρια αναλυτικά προγράμματα και βιβλία που θα στηρίζονται στις σύγχρονες απαιτήσεις της επιστήμης, αλλά και της κοινωνίας και δε θα υπηρετούν φανερούς και άδηλους στόχους της αγοράς και της εξάρτησης. Πρέπει να κοιτάξουμε πραγματικά προς τον απλό πολίτη, προς τον συνάνθρωπο μας, που στερείται σήμερα ακόμα και των βασικών αγαθών για επιβίωση, να κοιτάξουμε τα παιδιά μας που λιποθυμούν από την πείνα και το κρύο σε τάξεις υγρές και σκιερές, να ξεφύγουμε από τις περισπούδαστες και απατηλές αναλύσεις των μεγάλων και των ισχυρών και να φωνάξουμε μαζί με το μεγάλο μας ποιητή Κωστή Παλαμά, όπως στη Φλογέρα του Βασιλιά:

Οχτρός μου εμένα κ’ η άσοφη σοφία του διαβασμένου,

Όλοι οι φονιάδες της ζωής και οι πνίχτες της αλήθειας.

Φύτρα κακή, γραμματικοί, ρήτοροι, φιλοσόφοι,

με τα γιομάτα ονόματα και τάδεια τα κεφάλια,

πλέχτες των αερόλογων και των ανόητων ψάλτες!

Αντίθετα αν διαλέξουμε τον ήσυχο δρόμο της σιωπής, της ακινησίας, αν κάνουμε ότι κάνουν αρκετοί κυβερνώντες μας και αφήσουμε τα πράγματα στην τύχη τους, όσα πάνε κι όσα έρθουν, αν αδιαφορήσουμε για τον πλησίον μας, εάν ενδώσουμε και πούμε το ναι στις σειρήνες της παραίτησης, τότε το μόνο που θα έχουμε να κάνουμε έπειτα είναι να θυμηθούμε -έστω για παρηγοριά-  τα λόγια του επίσης μεγάλου ποιητή μας Κωνσταντίνου Καβάφη:

Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις

(η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις)

Και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,

Και πιαίνεις στον μονάρχην Αρταξέρξη

Που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,

Και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.

Και συ τα δέχεσαι με απελπισία

Αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.

Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι’ άλλα κλαίει…


Σας ευχαριστώ!