Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Νέα πειραµατικά σχολεία µε στόχο το άριστα!


Εκ βάθρων αναµόρφωση του θεσµού των πειραµατικών σχολείων που είχαν εγκαταλειφθεί τα τελευταία χρόνια, µε σκοπό να ξαναγίνουν κέντρα αριστείας, εισηγείται τώρα η Αννα ∆ιαµαντοπούλου.

Με σχέδιο νόµου που προετοιµάζει αυτές τις ηµέρες το υπουργείο Παιδείας – και τα βασικά του σηµεία παρουσιάζουν σήµερα «ΤΑ ΝΕΑ» – προβλέπεται η πλήρης αναµόρφωση του θεσµού: σύνδεση όλων των πειραµατικών σχολείων µε τα πανεπιστήµια, δηµιουργία τροποποιηµένων προγραµµάτων σπουδών ώστε να υλοποιούνται καινοτοµίες, ένταξη στον θεσµό και πρωτοβάθµιων σχολείων (των 28 ολοήµερων πειραµατικών δηµοτικών που πρωτολειτούργησαν φέτος), ίδρυση νέων πειραµατικών σε περιοχές όπου λειτουργούν πανεπιστηµιακές σχολές, δηµιουργία πειραµατικών και στην επαγγελµατική εκπαίδευση και σύνδεσή τους µε τα ΤΕΙ. Επίσης προβλέπεται δυνατότητα κατ’ εξαίρεση εγγραφής µαθητών“µε αποδεδειγµένα ιδιαίτερες ικανότητες”, ενώτα νέα πειραµατικά θα οργανώνουν και οµίλους µαθηµάτων µαζί µε δηµόσια σχολεία των περιοχών τους µεσκοπό τη δηµιουργία πυρήνων αριστείας.

Σκοπός της κ.Αννας ∆ιαµαντοπούλου είναι να επανακτήσει ο θεσµός των πάλαι ποτέ προτύπων και πειραµατικών σχολείων την αίγλη των περασµένων ετών και να αποτελέσουν ξανά κοιτίδα παραγωγής ιδεών. Κάθε πειραµατικό θα ακολουθεί ωρολόγιο πρόγραµµα ανάλογα µε τις ανάγκες και συνθήκες λειτουργίας του. Προκειµένου να αναπτυχθούν οι ιδιαίτερες ικανότητες και κλίσεις των µαθητών, όχι µόνον του πειραµατικού σχολείου αλλά και των σχολικών µονάδων της ευρύτερης περιοχής που θα ενταχθούν, δηµιουργούνται όµιλοι. Θα λειτουργούν πέρα από το ωρολόγιο πρόγραµµα (8η και 9η ώρα) µία ή δύο φορές την εβδοµάδα και θα αφορούν γνωστικούς τοµείς όπως τα µαθηµατικά, τις φυσικές επιστήµες, τη γλώσσα, τη λογοτεχνία κ.λπ. αλλά και άλλα πεδία όπως τα εικαστικά, τον αθλητισµό. Στόχος είναι οι πυρήνες αριστείας και δηµιουργικότητας που θα αξιοποιούν τις αυξηµένες ικανότητες ορισµένων µαθητών χωρίς να υπονοµεύεται η κοινωνικοποίησή τους λόγω αποκοπής από την οµάδα των συνοµηλίκων τους και ένταξης σε ειδικά τµήµατα.
Πώς θα γίνεται η εγγραφή;
Η εγγραφή στους οµίλους µαθητών που φοιτούν στα δηµόσια σχολεία της ευρύτερης περιοχής θα γίνεται κατόπιν αιτήσεως των γονέων και µε τη σύµφωνη γνώµη του αρµόδιου σχολικού συµβούλου και του διευθυντή. Τα υφιστάµενα πειραµατικά σχολεία που διαθέτουν δηµοτικό, γυµνάσιο και λύκειο διατηρούν τη µεταξύ τους σύνδεση ώστε οι απόφοιτοι της µιας βαθµίδας να εγγράφονται αυτόµατα στην επόµενη. Ο αριθµός των µαθητών που θα εγγράφονται στο πειραµατικό γυµνάσιο είναι δυνατόν να είναι αυξηµένος έως και 50% σε σχέση µε τον αριθµό των αποφοίτων του συνδεδεµένου δηµοτικού και η εισαγωγή θα γίνεται µε τεστ δεξιοτήτων. Αντίστοιχα, ο αριθµός των µαθητών που εγγράφονται στο πειραµατικό λύκειο είναι δυνατόν να είναι αυξηµένος έως και 25% σε σχέση µε τον αριθµό των αποφοίτων του συνδεδεµένου γυµνασίου.

Η ευθύνη και τα έξοδα µετακίνησης των µαθητών βαρύνουν τους γονείς τόσο για την πλήρη φοίτησή τους στα πειραµατικά όσο και στους οµίλους.

Σύµφωνα µε το σχέδιο, το διδακτικό προσωπικό των πειραµατικών σχολείων θα αποτελείται από εκπαιδευτικούς όλων των κλάδων και των ειδικοτήτων της δηµόσιας εκπαίδευσης. Η επιλογή θα γίνεται µε βάση τον αξιολογικό πίνακα που θα καταρτίζεται από το Επιστηµονικό Εποπτικό Συµβούλιο (ΕΕΣ) του κάθε πειραµατικού.

Ο ενδιαφερόµενος εκπαιδευτικός θα υποβάλλει την αίτησή του µε τον φάκελο προσόντων του στη σχολική µονάδα που θα έχει προκηρύξει τη θέση. Κάθε εκπαιδευτικός µπορεί να υποβάλει αίτηση υποψηφιότητας για δεκαπέντε το πολύ σχολικές µονάδες οποιαδήποτε περιφερειακής διεύθυνσης µε σειρά προτίµησης. Ο επιλεγόµενος θα τοποθετείται για πενταετή θητεία που µπορεί να ανανεώνεται έπειτα από επαναξιολόγησή του. Στη διάρκεια της θητείας σε πειραµατικό ουδείς εκπαιδευτικός θα µετατίθεται ή θα αποσπάται.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Νίκος Μάστορας
Πηγή: Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 20/12/2010

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

Τα ολιγοθέσια της Γαλλίας - μια ιστορική αναδρομή



Παρέμβαση του Bernard COLLOT, στα πλαίσια της εθνικής μέρας της Πορτογαλίας "Ανάπτυξη της υπαίθρου και εκπαιδευτικές κοινότητες" (Τα απομονωμένα σχολεία)["Développement rural et communautés éducatives"(les écoles isolées)] που διοργανώθηκε από το Instituto das Comunidades Educativas, στο Arcos (Πορτογαλία), στις 6, 7 και 8 Ιουλίου 1993


ΜΟΝΟΘΕΣΙΑ ΣΧΟΛΕΙΑ
Αν και γενικώς θεωρούνται αρχαϊκά, τα γαλλικά μονοθέσια σχολεία αποτελούν το προνομιούχο πεδίο μιας μεγάλης αλλαγής, ενός εκ βάθους μετασχηματισμού των παιδαγωγικών πρακτικών και προσεγγίσεων.
Πώς, τα γαλλικά μονοθέσια σχολεία, καταδικασμένα να κλείσουν, μπόρεσαν να ανατρέψουν τις - βαθιά ριζωμένες - αρνητικές αναπαραστάσεις απέναντί τους;
Το πρόβλημα του σχολείου της υπαίθρου, όπως και το πρόβλημα του σχολείου των προαστείων (banlieue) μπανλιέ - ο όρος προάστειο (μπανλιέ) έχει αρνητική σημασία στη Γαλλία, σημαίνει υποβάθμιση κοινωνική και οικονομική - αλλά και το πρόβλημα του σχολείου γενικότερα, ξεπερνά κατά πολύ το απλό οικονομικό και το απλό παιδαγωγικό πρόβλημα. Αφορά στην πραγματικότητα και στην ύπαρξη "ομάδων ανθρώπων" που ζουν είτε σ' αυτό που ονομάζουμε χωριά είτε στα μπλοκ (απρόσωπα συγκροτήματα στη σειρά γεμάτα "εργατικές κατοικίες" με χαμηλό ενοίκιο) των συνοικιών των προαστείων. Αυτές οι "ανθρώπινες ομάδες" φαίνεται ότι έχουν καταλάβει πολύ καλά ποιο είναι το πρόβλημα της εκπαίδευσης, όταν, απότομα και δυναμικά - χωρίς οι αρχές να κατανοούν πάντοτε το γιατί - υπερασπίζονται ένα σχολείο που για κάποιους αποτελεί έναν αρχαϊκό και πεπαλαιωμένο θεσμό, αλλά γι' αυτούς είναι ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟΥΣ, το δικό ΤΟΥΣ σχολείο και όχι το σχολείο του κράτους!

Το ζήτημα λοιπόν του σχολείου γίνεται ζήτημα της κοινότητας σε όλα τα επίπεδα: μέσα στο σχολείο, για το σχολείο, γύρω από το σχολείο, από το σχολείο. Οι δυο χώροι, όπου είναι πιο εύκολο να γίνει αυτή η αλλαγή που αποτελεί το σημείο σύνδεσης του σχολείου και των κοινωνικών ομάδων γύρω απ' αυτό είναι αυτά ακριβώς τα δυο ακραία σημεία του κοινωνικο-πολιτισμικού χάρτη: τα προάστεια και αγροτικός χώρος, η ύπαιθρος. Και είναι πιο εύκολο, αφενός μεν - και προπαντός για τις μικρές δομές του αγροτικού χώρου -, γιατί συγκεντρώνουν όλες τις ευνοϊκές συνθήκες για ένα μετασχηματισμό ή μια αναγέννηση των σχέσεων, αφετέρου δε γιατί η κρίσιμη κατάστασή τους επιβάλλει το ξεκαθάρισμα των παλιών σχημάτων που δε μπορούν να εγγυηθούν την επιβίωση των κοινοτήτων.... και οδηγεί έτσι και το κοινωνικό σύνολο σε μια αναπόφευφκτη δημιουργικότητα/εφευρετικότητα.


Η κατάσταση στη Γαλλία
Η Γαλλία διαθέτει 6748 απομονωμένα σχολεία σε σύνολο 36.401 δημοτικών σχολείων, δηλ. το 18,5% των σχολείων που αντιπροσωπεύουν το 3% των μαθητών. Σ' αυτά τα 6. 748απομονωμένα σχολεία υπάρχουν μόνο 2000 μονοθέσιες τάξεις, δηλ. ένα σχολείο που περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα από 5 μέχρι 10-11 χρονών, με κατά μέσο όρο 17 μαθητές σε κάθε σχολείο - τάξη.

Μέσα σε τριάντα χρόνια, 11.000 μονοθέσια σχολεία έκλεισαν. Το 1980 υπήρχαν ακόμη 11.000, περίπου 8032 το 1989. Κλείνουν με ρυθμό 300-500 σχολείων το χρόνο.

Το πρόβλημα της εξαφάνισης του σχολείου της υπαίθρου δεν είναι καινούριο για τη Γαλλία, αλλά από το 1989, το μονοθέσιο σχολείο "πεθαίνει" ήσυχα! Υπήρχε ένα κυβερνητικό διάταγμα που υποδείκνυε ότι το σχολείο θα έπρεπε να κλείσει αυτομάτως, εαν ο αριθμός των μαθητών του ήταν κάτω από το όριο των εννέα (9) μαθητών! Αν ήταν πάνω απ' αυτό το όριο, διατηρούταν. 'Οπως σε όλη την Ευρώπη, η ύπαιθρος ερήμωνε λίγο-λίγο. Όταν δεν υπάρχουν κάτοικοι, δεν υπάρχουν παιδιά και συνεπώς δεν υπάρχει και σχολείο! Το ζήτημα όμως δεν είναι τόσο απλό: εδώ και τριάντα χρόνια περίπου στη Γαλλία παρατηρείται αυτό που μπορεί να ονομάσει κανείς "αστικοποίηση" μεγάλου μέρους των αγροτικών περιοχών. Το φαινόμενο αυτό θα μπορούσε να ονομαστεί επίσης(σύμφωνα με το συγγραφέα) "βιομηχανοποίηση" της νοοτροπίας των ανθρώπων!


Μια λογική σύμφωνα με το μοντέλο παραγωγής Τaylor
• λογική της κατανάλωσης (το σούπερ μάρκετ στα περισσότερα κεντρικά σημεία των συνοικιών "αδειάζει" τα μικρά μαγαζιά, όσο μεγαλύτερο τόσο καλύτερο). Η ίδια λογική του σούπερ μάρκετ κυριαρχεί και στο σχολείο. 'Ενας εκπαιδευτικός "ανεβαίνει" πάντοτε προς το "μεγάλο" σχολείο, στα πλαίσια της επαγγελματικής του εξέλιξης
• Στο μυαλό όλων, το μέγεθος του σχολείου είναι συνώνυμο της αξίας του. Μια άλλη λογική της κατανάλωσης επίσης: το σχολείο οφείλει να προσφέρει όλες τις απαραίτητες "υπηρεσίες" για την άνεση και την εξυπηρέτηση των γονέων (εστιατόριο, χώρο φύλαξης, νηπιαγωγείο...)ακόμη κι αν αυτές οι υπηρεσίες ήταν απαραίτητες κυρίως στις αστικοποιημένες ζώνες.
• εξειδίκευση των πάντων με κατανομή των αρμοδιοτήτων και των ρόλων. Είναι ο τεϋλορισμός που πάει παντού, ακόμη και στη διανοητική εργασία. Η διαφορετικότητα καταντά να αποτελεί σημάδι δυσκολιών. Αποτελεσματικές θεωρούνται μόνο η μονο-κουλτούρα και η μονο-παιδαγωγική
• εξατομίκευση των συμπεριφορών μέσα σε μια ανταγωνιστική λογική των κοινωνικών σχέσεων. Το σημαντικό δεν είναι πια η ζωή του χωριού, η ζωή του παιδιού, αλλά ο αγώνας δρόμου προς την κοινωνική άνοδο και την κοινωνική καταξίωση
• Απόδοση αξίας μόνο στα υλικά αγαθά: οι κοινότητες καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για να ασφαλτοστρώσουν όλους τους δρόμους και τα δρομάκια τους και κάποιες φορές δε βάζουν ούτε ένα ευρώ στο σχολείο τους, καθώς πολλοί δήμαρχοι το θεωρούν ως την τελευταία τους φροντίδα ή σαν μια πληγή, από την οποία θα ήθελαν πολύ να απαλλαγούν.
• Θα μπορούσε να προσθέσει κανείς στα παραπάνω φαινόμενα και τη γενίκευση της χρήσης των ατομικών μέσων μεταφοράς, τα οποία δεν καθιστούν πια αναγκαία την "εγγύτητα", το να βρίσκεται κάτι "κοντά" στην περιοχή κατοίκησης.


Η δημογραφική μείωση αναφέρεται πολύ εύκολα ως επιχείρημα
Η εξαφάνιση ενός σχολείου δεν οφείλεται απλά και μόνο στη μείωση του μαθητικού πληθυσμού. 'Οταν ένα σχολείο χάσει την τρίτη του τάξη, ακολουθεί μια γενικευμένη "φυγή":
• φυγή των γονέων που σκέφτονται ότι η διδασκαλία θα "πάσχει", καθώς θα υποφέρει από την αυξανόμενη ετερογένεια. Προτιμούν να μεταφέρουν οι ίδιοι τα παιδιά τους καθημερινά προς το κεντρικό, "μεγάλο" σχολείο
• φυγή των εκπαιδευτικών, οι οποίοι φοβούνται την εμφάνιση της ετερογένειας, ιδιαίτερα μέσα σ' αυτή την τεϋλορική αντίληψη της τωρινής διδασκαλίας και οι οποίοι βρίσκονται συχνά αντιμέτωποι με την ανάγκη να "τετραγωνίσουν τον κύκλο"
• εγκατάλειψη του σχολείου από τις ίδιες τις δημοτικές αρχές.

Πολλά σχολεία έκλεισαν αν και τα χωριά ήταν ακόμη γεμάτα παιδιά! Αλλά μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι αυτά τα χωριά χωρίς σχολεία παρήκμασαν πολύ πιο γρήγορα, από εκείνα που τα είχαν διατηρήσει!
Οδεύαμε λοιπόν προς την εξαφάνιση του γαλλικού σχολείου της υπαίθρου (école rurale). Αντίθετα από τους γείτονές μας, το Βέλγιο και τη Γερμανία, χώρες που είχαν ήδη εδώ και τριάντα χρόνια δρομολογήσει την κατάργηση αυτών των σχολείων. Σήμερα, και ειδικότερα για μερικά γερμανικά κρατίδια, όπως το Baden Wurtenberg , ξοδεύουν μια περιουσία για να προσπαθήσουν να εμφυτεύσουν/επανεγκαταστήσουν μικρά σχολεία σε αγροτικές περιοχές!

Το 1989, το γαλλικό Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να επιταχύνει τις διαδικασίες κατάργησης των μονοθέσεων/ολιγοθέσεων σχολείων. Ορίστηκε ένας υπεύθυνος της αποστολής: ανίχνευε συστηματικά και δημοσίως τις μονές τάξεις, έκανε παρεμβάσεις στα γενικά συμβούλια, για να κερδίσει την οικονομική τους υποστήριξη, απευθυνόταν στους επιθεωρητές και σχολικούς συμβούλους, για να τους πείσει να ακολουθήσουν κοινή γραμμή πλεύσης . Η πανάκεια ήταν η συγχώνευση των σχολείων! Σε 7 γεωγραφικά/εκπαιδευτικά διαμερίσματα που ορίστηκαν ως "πιλοτικά" πραγματοποιήθηκαν μαζικές καταργήσεις σχολείων, χωρίς να τεθεί κάποιο όριο.

Μια απρόβλεπτη αντίδραση
'Ολα θα πήγαιναν μια χαρά, αν αυτή η επιτάχυνση της κατάργησης δεν επέφερε -προς γενική έκπληξη όλων- δυο αποτελέσματα:
Προκάλεσε

- την αντίδραση γονέων και τοπικών εκλεγμένων αρχών προσκολλημένων στην παρουσία του σχολείου στο χωριό τους και συγχρόνως αποκάλυψε την ύπαρξή τους, έκανε αισθητή την παρουσία τους. Εδώ και μια δεκαετία, παρατηρείται μια καινούρια διαδικασία στα λαϊκά κινήματα και τις νοοτροπίες: ενώ για πάρα πολλά χρόνια το κυρίαρχο αντικείμενο των κινητοποιήσεων ήταν να εγκαταλειφθεί όσο πιο γρήγορα γινόταν ένας χώρος που που είχε κριθεί αρνητικά,τώρα, το να ζει κανείς στην ύπαιθρο γίνεται μια συνειδητή επιλογή, καμια φορά για οικονομικούς λόγους, αλλά σχεδόν πάντοτε, μια επιλογή ζωής, μια απόφαση ζωής. Και η επιλογή από μερικούς γονείς ενός μικρού σχολείου για τα παιδιά τους δεν αντιστοιχεί σε μια υλική υποχρέωση, αλλά πολύ περισσότερο σε μια συνειδητή και συναφή επιλογή. Αλλαγή, την οποία λίγοι άνθρωποι του Παρισιού που λαμβάνουν εκπαιδευτικές αποφάσεις, κατάλαβαν. Αυτοί οι γονείς και τοπικοί άρχοντες σε καμια δωδεκαριά γεωγραφικά διαμερίσματα αποφάσισαν να οργανωθούν και να ιδρύσουν συλλόγους προστασίας και υπεράσπισης των μικρών σχολείων.

- την αντίδραση κάποιων εκπαιδευτικών, οι οποίοι είχαν κι αυτοί και για παιδαγωγικούς λόγους επιλέξει "το μικρό σχολείο". Εφάρμοζαν, καμιά φορά για χρόνια ολόκληρα και κάποτε σχεδόν παράνομα, μια παιδαγωγική εντελώς διαφορετική από την επίσημη. 'Ιδρυσαν λοιπόν ένα σύλλογο που ονομάστηκε αρχικά "Σύλλογος για την προστασία και προώθηση του σχολείου της υπαίθρου" (Association pour la Défense et la Promotion de l'Ecole Rurale) και ο οποίος μετονομάστηκε πρόσφατα σε "Κέντρα έρευνας των μικρών δομών και επικοινωνίας" (Centres de recherches des petites structures et de la communication). Αυτά τα δυο ρεύματα (γονείς - εκλεγμένες τοπικές αρχές και εκπαιδευτικοί) γρήγορα συνεργάστηκαν και ίδρυσαν την Εθνική Ομοσπονδία Προστασίας και Προώθησης του Σχολείου της Υπαίθρου (Fédération Nationale de Défense et de Promotion de l'Ecole Rurale), τον Ιούνιο του 1992.

Στον αντίποδα των ευρέως αποδεκτών αντιλήψεων
Αυτό που είναι καινούριο, αναπτύχθηκε κυρίως κάτω από την επίδραση των "Κέντρων έρευνας των μικρών δομών και επικοινωνίας" (Centres de recherches des petites structures et de la communication) και βρίσκεται στον αντίποδα των επίσημων απόψεων του Υπουργείου Παιδείας είναι ότι υποστηρίζουμε πως:
Το σχολείο με μικρή δομή, όχι μόνο είναι ο πιο ευνοϊκός χώρος για τη δόμηση της ψυχολογίας του παιδιού, την ψυχική του ανάπτυξη, των γνώσεων και των πιστεύω του, αλλά και ο πιο ιδανικός χώρος για τον πολυαναμενόμενο μετασχηματισμό του εκπαιδευτικού συστήματος
Βασιζόμαστε κατ' αρχή στους πειραματισμούς και τις εμπειρίες της πρακτικής σε μονές τάξεις ή σε σχολεία που έχουν μέχρι δυο τάξεις, εμπειρίες από τις οποίες κάποιες έχουν πάνω από πενήντα χρόνια ζωής. Πρόκειται για πρακτικές ή μάλλον για αντιλήψεις για το σχολείο και τη διδακτική πράξη που ανατρέπουν τα συνηθισμένα σχήματα που ξέρουμε για τη διδασκαλία.
Στη συνέχεια βασιζόμαστε σε σύγχρονες έρευνες, είτε αυτές είναι παιδαγωγικές (οι εργασίες του Philippe Meirieu είναι κυρίαρχες) είτε κλινικές (ο Hubert Montagner κατέδειξε κλινικώς τη σπουδαιότητα των μικρών εκπαιδευτικών δομών και της διαφορετικότητας των παιδιών ως προς την κατάκτηση της αυτονομίας και κατά τις διαδικασίες μάθησης) είτε κοινωνιολογικές ή φιλοσοφικές (οι κοινωνιολόγοι François Daubet, Edgar Morin, ο εθνολόγος Boris Cyrulnik ή ο φιλόσοφος Michel Serres), όλες πάνε προς την ίδια κατεύθυνση. Αυτές οι προσωπικότητες άλλωστε υποστηρίζουν τις εργασίες και τις θέσεις μας.
Βασιζόμαστε επίσης, για να υποστηρίξουμε τις θέσεις μας, στις ίδιες τις μεταρρυθμίσεις του Υπουργείου Παιδείας, ιδιαίτερα στην τελευταία, η οποία χωρίζει το νηπιαγωγείο και το δημοτικό σε τρεις κύκλους (στη Γαλλία τα μαθήματα και τα αντικείμενα οργανώνονται σε κύκλους και όχι κατά σχολική χρονιά, ώστε να μπορούν οι εκπαιδευτικοί να λαμβάνουν υπόψη τους τους ατομικούς ρυθμούς μάθησης των παιδιών) ή ακόμη την εισαγωγή των Νέων Τεχνολογιών, οι οποίες δε μπορούν να είναι αποτελεσματικές παρά μόνο μέσα στα μικρά σχολεία, τα οποία εξάλλου συχνά δεν περίμεναν τις οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας, δεν περίμεναν "άνωθεν εντολές" για να πάνε ακόμη πιο πέρα και πιο μακριά στη δράση και λειτουργία τους
Στηριζόμαστε τέλος στις ίδιες τις στατιστικές του Υπουργείου Παιδείας:
Από τη δεκαετία του '90, σε όλα τα γαλλικά σχολεία, οι μαθητές υποβάλλονται σε δυο (2) εθνικά τεστ (εξετάσεις σε εθνικό επίπεδο): το ένα στα 7 τους χρόνια, το άλλο κατά την είσοδό τους στο γυμνάσιο.
Κανονικά, μέσα σε μικρά σχολεία με δασκάλους που αλλάζουν συνεχώς και οι οποίοι στη συντριπτική πλειοψηφία τους είναι αρχάριοι, νέοι στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού, με ένα κοινωνικο-πολιτιστικό επίπεδο λιγότερο λαμπρό απ' αυτό των μεγάλων στικών κέντρων, με τέτοια ετερογένεια επιπέδων, τα αποτελέσματα θα έπρεπε να είναι το λιγότερο/ τουλάχιστον μέτρια. Το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας ανέθεσε σε μια κοινωνιολόγο να επεξεργαστεί τα γραπτά των τεστ των μικρών σχολείων. Η έκπληξη είναι μεγάλη! Τα αποτελέσματα, όχι μόνο είναι ίδια με το μέσο εθνικό επίπεδο, αλλά, σε ό,τι αφορά τα γαλλικά και τα μαθηματικά, ήταν ελαφρώς καλύτερα! Το χειρότερο ήταν ότι τα αποτελέσματα των απομονωμένων σχολείων που είχαν όλα τα τμήματα ήταν καλύτερα από αυτά των απομονομένων σχολείων που είχαν μόνο ένα τμήμα! Αυτό το τελευταίο στοιχείο που προέκυψε από την έρευνα κρατήθηκε εμπιστευτικό και δεν ανακοινώθηκε δημοσίως!

Φαινόμενα που διαφεύγουν της συνηθισμένης σχολικής πρακτικής

Ce qui est intéressant ce n'est pas qu'ils prouvent que l'enseignement en classe unique est meilleur, parce que, d'une manière générale, il y était encore traditionnel, c'est à dire semblable à celui des autres écoles, mais que dans les processus d'apprentissages interviennent bien d'autres phénomènes qui échappent à la pratique scolaire : je citerai
- la possibilité de construction de relations dans un groupe à taille humaine et dans une durée et dans une histoire,
- l'élargissement progressif et sans rupture des cercles relationnels en partant de celui avec la mère,
- la construction de l'enfant dans un environnement avec lequel il est en contact beaucoup plus étroit, que ce soit un environnement physique ou un environnement social constitué par l'ensemble des relations qui font d'un village autre chose que des individus placés côte à côte,
- et ma foi, j'ose le dire, le fait que la diversité des âges des élèves empêche l'instituteur de tout contrôler ! Les apprentissages ne se feraient pas forcément par l'enseignant ... mais en grande partie à côté ! plus cet à côté est important, plus facilement seront enclenchés les processus d'apprentissage, comme la construction de l'autonomie, comme la construction sociale.
Ces tests auraient bien été une révélation .... si tout le monde ou presque ne s'était empressé de les enterrer !
Enfin nous nous appuyons sur un phénomène nouveau : dans certains de ces villages, l'école est devenue l'affaire de la communauté toute entière. Le temps est fini où l'état fournissait le maître, la mairie les murs et la craie, l'enseignant la salive ... et les parents les enfants. Cette collaboration entre les 3 partenaires est devenue effective dans de nombreux endroits et nous militons pour qu'elle le devienne de plus en plus.
Tout cela change considérablement les données et ouvre des perspectives immenses quant à ce que pourra être l'école : un véritable espace éducatif et culturel qui n'est plus refermé sur lui-même, où la place et la fonction des uns et des autres, leurs relations, seront différentes. retour début

Pierre CHAMPOLLION
Inspecteur d’académie-inspecteur pédagogique régional
Co-responsable de l’Observatoire de l’Ecole Rurale (OER)Συνυπεύθυνος του Παρατηρίου του Σχολείου της Υπαίθρου
Consultant de la Fédération Française d’Economie Montagnarde (FFEM)Σύμβουλος της Γαλλικής Ομοσπονδίας της Οικονομίας του Βουνού
Expert européen
ΤΑ ΑΤΟΥ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ (2005)



Introduction

A chaque fois qu’il est question de ruralité dans un article, la même antienne revient de façon récurrente : la ruralité est toujours approchée par ses handicaps, réels ou supposés, son isolement, qu’il soit géographique, culturel ou social, sa désertification, sa fragilité économique, etc. Il en va de même de l’école rurale prise au sens large, c’est à dire des écoles, collèges et lycées ruraux, dont ne sont en général rapportées que les faiblesses, les difficultés, les contraintes, etc. qui la pénaliseraient par rapport à son homologue urbaine (hors quartiers difficiles)…

Je vais donc tenter, en renversant pour une fois la perspective, de caractériser rapidement, sans pour autant nier les difficultés auxquelles elle est confrontée (1), les différents atouts, réels ou supposés, qui sont susceptibles de permettre aux milieux ruraux et à l’école rurale de se montrer à leur avantage.



Les atouts des milieux ruraux


En matière de ruralité, je me réfèrerai à la nouvelle nomenclature mise au point en 1998 par l’INSEE et l’INRA à partir de l’analyse des migrations quotidiennes entre lieux de travail et d’habitation (2). La ruralité française, forte de quelque 13 millions d’habitants répartis sur près de 71% du territoire national, n’est aujourd’hui plus du tout homogène dans la mesure où elle a perdu sa dominante économique agricole. Elle se décline ainsi en « espace rural sous faible influence urbaine », dans lequel 20% au moins des résident travaillent en ville, en « pôles ruraux », dans lesquels le nombre d’emplois offert est au moins égal au nombre d’actifs résidents, en « périphérie des pôles ruraux », dans quoi 20% au moins des actifs résidents travaillent dans les pôles ruraux et enfin en « rural isolé » constitué de toutes les communes rurales n’appartenant àaucune des trois catégories précédentes.

Dans la grande majorité des cas, les territoires ruraux bénéficient, au-delà d’éventuels particularismes locaux favorables, au-delà de l’attractivité de leurs espaces préservés et/ou entretenus, d’atouts spécifiques importants. Leurs habitants développent ainsi plus souvent qu’on ne le voit ailleurs de réelles solidarités humaines. Leurs associations, culturelles notamment, mais aussi sociales, destinées à rompre un isolement dont ils pâtiraient fortement si elles n’existaient pas, sont fréquemment très dynamiques. Enfin, leurs collectivités territoriales rivalisent parfois d’imagination pour inventer et créer des structures sociales ou économiques originales, type guichets uniques, dans un contexte difficile.



• Pour s’informer sur les difficultés de la ruralité, se reporter à la bibliographie de la fin de l’article.
• Les Campagnes et leurs villes, 1998, INRA/INSEE.
Les atouts de l’école rurale


L’école rurale, notamment dans ses formes de scolarisation spécifiques, contrairement aux préjugés qui avaient cours jusque dans les années 1990, vaut d’abord par la qualité de ses résultats dans les disciplines de base, français et mathématiques. Par les études qu’il avait commandées à la Direction de l’Evaluation et de la Prospective (1), le ministère de l’Education Nationale a clairement démontré, ce qui au début de la décennie 1990 a constitué pour tous une vraie surprise, que les élèves des classes à plusieurs niveaux, et singulièrement des classes uniques, notamment les classes qui regroupaient plus de trois cours, obtenaient des résultats en français comparables à ceux des élèves scolarisés dans des classes à un seul niveau et des résultats en mathématiques supérieurs, de façon statistiquement significative, à ceux des élèves scolarisés dans des classes à un seul niveau. L’efficacité de ce mode de scolarisation primaire bien adapté à la ruralité a été ainsi attestée. Pour autant, mais on ignore encore pourquoi, les bons résultats de ces élèves issus de classes à nombreux niveaux ne tiennent pas véritablement la distance, et leurs résultats scolaires déclinent à mesure que leur scolarité secondaire se déroule, au point qu’en fin de collège ceux-ci se dirigent en beaucoup moins grand nombre que les élèves urbains (-10%) vers les 2ndes générales et technologiques de lycée (2). L’Observatoire de l’Ecole Rurale (OER), structure de recherche créée par les IUFM d’Aix-Marseille, Auvergne, Grenoble, Franche-Comté et Lyon, qui suit nominativement un panel de 2500 élèves ruraux et montagnards du CM2 à la 2nde, s’est donné pour tâche d’essayer de comprendre le phénomène.

Ce même observatoire a déjà montré que les écoles et les établissements ruraux qui font partie à la fois des « pôles ruraux » ou du « rural isolé » et de la « zone de montagne » (3) fonctionnent beaucoup plus en réseau et utilisent davantage les technologies de l’information et de la communication (TIC) que les autres écoles. Ces stratégies de rupture de l’isolement rural et montagnard développées à l’initiative des écoles et, souvent, des collectivités territoriales, sont accompagnées sur le plan institutionnel par des initiatives émanant de l’Etat mises en œuvre par ses échelons déconcentrés. C’est ainsi que les écoles rurales et montagnardes isolées bénéficient par exemple d’appuis pédagogique et logistique apportés d’équipes mobiles académiques de liaison et d’animation (EMALA).

Au niveau du secondaire, dans certaines régions, des établissement de petite taille, y compris des lycées, ont été implantés dans des « zones d’ombre » en matière de scolarisation pour mailler plus densément le territoire éducatif rural. Une étude menée dans l’académie de Grenoble (voir bibliographie) a montré que le « rendement éducatif » des collèges sis en zone de montagne (3) n’était pas, en règle générale, vraiment différent de ce qui se constatait en zone urbaine, notamment pour la probabilité d’accéder au lycée. Enfin, conformément aux articles 10 et 11 de la loi « Montagne » de 1985, l’offre de formation professionnelle initiale s’est, surtout dans l’enseignement agricole, adaptée aux besoins économiques locaux, notamment dans le domaine des formations conduisant à la pluriactivité.



• Etudes de la Direction de la Programmation et du Développement conduites notamment par F. Oeuvrard.
• Travaux de l’IREDU (A. Mingat).
• Cf. décret de juin 1977

En guise de conclusion

En définitive, l’école rurale et montagnarde, bien souvent il faut le reconnaître en raison des défis auxquelle est est en butte, parfois pour simplement survivre, continue de jouer le rôle de laboratoire social, ici pédagogique, qui a été souvent le sien. La classe à plusieurs niveaux


n’est ainsi aujourd’hui plus seulement un des bons outils de la scolarisation en milieux ruraux
et montagnards. Elle s’avère également un instrument de premier ordre pour faire face
efficacement, en milieu urbain, aux coups d’accordéon démographique que l’urbanisation impose fréquemment. L’école rurale a donc de vrais atouts, reconnus par de nombreuses études scientifiques conduites au sein même du ministère de l’Education nationale (voir bibliographie) et dans des laboratoires universitaires (ibid), pour s’imposer, aujourd’hui plus encore qu’hier, comme un vecteur du développement local tout en restant dans le cadre de ses missions définies par la loi d’orientation de 1989 toujours en vigueur.



Bibliographie rapide

Champollion P., Mittaine A., Perrot J.-P., Troussier D., L’Education Nationale en montagne : quelques éléments de constat, Rectorat de l’académie de grenoble, 1991.

« Le Système éducatif en milieu rural », in Education et formations n° 43, 1995.

Collèges et lycées, partenaires des territoires ruraux, 1997, La Documentation française.

Alpe Y., Champollion P., Fromajoux R.-C., Poirey J.-L., 2001, L’Enseignement scolaire en milieu rural et montagnard, Tome 1, « Espaces ruraux et réussites scolaires », PUFC.

Alpe Y., Champollion P., Fromajoux R.-C., Poirey J.-L., 2003, L’Enseignement scolaire en milieu rural et montagnard, Tome 2, « Au Seuil du collège », PUFC.



Pierre CHAMPOLLION
Inspecteur d’académie-inspecteur pédagogique régional
Co-responsable de l’Observatoire de l’Ecole Rurale (OER)
Consultant de la Fédération Française d’Economie Montagnarde (FFEM)
Expert européen

Σαμαρά Ιωάννα, Δασκάλα

Υπέρ ολιγοθεσίων


Σύμφωνα με τελευταία δημοσιεύματα στον ημερήσιο αλλά και ηλεκτρονικό τύπο της χώρας, από τη νέα χρονιά επίκειται η εφαρμογή ενός «Σχεδίου Καλλικράτη» και στην εκπαίδευση όπου ανάμεσα στα άλλα έχει σαν στόχο και το κλείσιμο όλων των μικρών ολιγοθέσιων σχολείων της χώρας.
Με πρόσχημα την εξοικονόμηση πόρων – χρημάτων λόγω μνημονίου, επιδιώκεται η αντικατάσταση των παραπάνω σχολείων από μεγάλα σχολεία σχολεία - τέρατα με 2.000 και 3.000 μαθητές που θα λειτουργούν στις μεγάλες πόλεις. Ένα εφιαλτικό σενάριο για δημιουργία σχολείων τύπου Γκράβας, για σχολείο κλεισμένα στο τσιμέντο, χωρίς πράσινο και αυλές είναι προ των Πυλών. Το παιδί θα πηγαίνει σε ένα ογκώδη, απρόσωπο σχολείο, αφού πρώτα θα έχει μετακινηθεί για καμιά ώρα, για να γευτεί υποτίθεται τους καρπούς της νέας παιδαγωγικής. Κουραφέξαλα!, πρόκειται για σχολεία – εκτρώματα που ως μόνο στόχο έχουν τη μείωση των δαπανών του κράτους, αδιαφορώντας για τη ποιότητα εκπαίδευσης, το συμφέρον των μαθητών, των αυριανών πολιτών του κράτους, των γονιών τους και των τοπικών κοινωνιών.

Ο μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς είχε μιλήσει γι’ αυτό ήδη εδώ και εκατό χρόνια στο γνωστό και εμπνευσμένο ποίημά του «Τα σχολειά κτίστε»:

Κάτου σημάδια που έμπηξε το ψέμα!
Τα ταξίματα φέρτε στης Αλήθειας
της ιερής το βωμό και τα σφαχτάρια.
Στον τόπο απάνου όχι πολέμων κάστρα•
τα σκολειά χτίστε!

Λιτά χτίστε τα, απλόχωρα, μεγάλα,
γερά θεμελιωμένα, από της χώρας
ακάθαρτης, πoλύβοης, αρρωστιάρας
μακριά μακριά τ' ανήλιαγα σοκάκια,
τα σκολειά χτίστε!


Και τα πορτοπαράθυρα των τοίχων
περίσσια ανοίχτε, νάρχεται ο κυρ Ήλιος,
διαφεντευτής, να χύνεται, να φεύγει,
ονειρεμένο πίσω του αργοσέρνοντας
το φεγγάρι.

Γιομίζοντάς τα να τα ζωντανεύουν
μαϊστράλια και βοριάδες και μελτέμια
με τους κελαϊδισμούς και με τους μόσκους•
κι ο δάσκαλος, ποιητής και τα βιβλία
να είναι σαν κρίνα
.


Εξάλλου, ακόμα και αυτή η εξοικονόμηση πόρων, δεν είναι σίγουρη αφού, τα τελευταία χρόνια έχουμε όλοι γίνει μάρτυρες των ολέθριων αποτελεσμάτων που οδηγεί η μοιραία λογική: πρώτα το χρήμα. Έκλεισαν χιλιάδες μικρά σχολειά σε πολλά χωριά της ελληνικής επαρχίας την τελευταία εικοσαετία και όσοι μαθητές απόμειναν σε αυτές τις περιοχές μεταφέρονται σε γειτονικά κεφαλοχώρια με κόστος που πολλές φορές είναι πολλαπλάσιο του κόστους λειτουργίας ενός μικρού σχολείου. Είναι γνωστή η περίπτωση μαθητή στις Σέρρες όπου το κράτος δαπανούσε για τη μεταφορά ενός και μόνο μαθητή το ποσόν των 20.000 € ετησίως…

Το κλείσιμο όμως των σχολείων της περιφέρειας εμπεριέχει κι ένα άλλο σοβαρό κίνδυνο: αυτόν της αστυφιλίας. Πώς θα επιτευχθεί η αποκέντρωση, την οποία όλοι οι πολιτικοί φορείς και κόμματα ευαγγελίζονται; Με το κλείσιμο των μικρών σχολείων; Πώς μια οικογένεια με μικρά παιδιά θα αποφασίσει να εγκατασταθεί σε ένα χωριό ή μια περιοχή που δεν έχει κανένα σχολείο; Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως η κατάργηση των μικρών σχολείων αποτελεί ένα σημαντικό αντικίνητρο στο στόχο της αποκέντρωσης.

Επιπρόσθετα το σχολείο αποτελεί στην πραγματικότητα – ειδικά για την ελληνική επαρχία- τη ζωή του χωριού. Βλέπουμε πόσα βουβά και άφωνα μένουν εκδηλώσεις που γίνονται ιδιαίτερα στις μεγάλες γιορτές σε χωριά χωρίς την παρουσία μαθητών. Μοιάζουν παράκαιρες, σαν να μην έχουν λόγο ύπαρξης. Η ύπαρξη του σχολείου στην πραγματικότητα μένει να θυμίζει με έντονο και κατηγορηματικό τρόπο πως αυτό το χωριό έχει παρόν έχει και μέλλον. Αλίμονο στις κοινωνίες που θα χάσουν αυτή την επαφή με την πραγματικότητα! Στην καλύτερη περίπτωση θα μείνουν τόποι αναψυχής για ηλικιωμένους και για τουρίστες το καλοκαίρι.

Αλλά αφού μας αρέσει να αντιγράφουμε σχέδια και προγράμματα άλλων χωρών, που θεωρούμε πιο ανεπτυγμένες, γιατί τότε δεν αντιγράφουμε τουλάχιστον το παράδειγμα της Γαλλίας, που είδε και αποείδε κι αυτή με το κλείσιμο των μικρών σχολείων και τώρα προχωρά σε ένα πρόγραμμα επανασύστασης των ολιγοθεσίων σχολείων.
Είναι ενδιαφέρον να δούμε τι θέση παίρνουν τα ΜΜΕ στη Γαλλία όταν δημοσιεύουν σκίτσα σαν κι αυτά λέγοντας: ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ.


"Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους,(είναι αυστηροί) παιδιά!
Θα είστε καλύτερα εκεί! "
Σχολεία σε κίνδυνο (Το σχολείο κινδυνεύει)


Καμιά σχέση βέβαια με Ελλάδα…
Εκεί λοιπόν όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Γερμανία) η πορεία αυτή τη στιγμή είναι αντίστροφη απ’ ότι στην Ελλάδα. Εκεί φαίνεται οι περισσότεροι παράγοντες να έχουν καταλάβει την αξία των μικρών σχολείων αλλά και οι τοπικές κοινότητες υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους αρκετά δυναμικά.

Αντιγράφω από τον ηλεκτρονικό τύπο: «Αυτές οι "ανθρώπινες ομάδες" φαίνεται ότι έχουν καταλάβει πολύ καλά ποιο είναι το πρόβλημα της εκπαίδευσης, όταν, απότομα και δυναμικά - χωρίς οι αρχές να κατανοούν πάντοτε το γιατί - υπερασπίζονται ένα σχολείο που για κάποιους αποτελεί έναν αρχαϊκό και πεπαλαιωμένο θεσμό, αλλά γι' αυτούς είναι ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟΥΣ, το δικό ΤΟΥΣ σχολείο και όχι το σχολείο του κράτους!».

Αυτή είναι όμως και μια ειδοποιός διαφορά με την ελληνική πραγματικότητα: οι κάτοικοι των περιοχών αυτών δεν αναλίσκονται σε διαλόγους και διαμάχες που καταλήγουν στο τι τελικά τους χωρίζει, αλλά συμπράττουν και στοχεύουν σε αυτό που τελικά τους ενώνει: κι ένα από αυτά είναι το σχολείο!

Είναι εξάλλου γνωστή η φράση πως «όπου ανοίγει ένα σχολείο κλείνει μια φυλακή». Ας ελπίσουμε πως η φράση αυτή να μη διαβάζεται και αντίστροφα…

Θα ήθελα να κλείσω όμως με τα εξής λόγια του Παλαμά για τη συμπεριφορά μας απέναντι στα σχολεία μας και γενικότερα στην εκπαίδευσή μας:

Και βαθιούς τράφους γύρω γύρω σκάφτε
και πύργους πολεμόχαρους υψώστε
και βαρδιατόρους βάλτε να κρατάνε
μακριά μακριά τον ψεύτη και τον πλάνο
της Ρωμιοσύνης…


Π.Χριστόπουλος, Δάσκαλος 2/θέσιου Δημοτικού Σχολείου Όσσας

................................................................................

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Το παραπάνω κείμενο αποτέλεσε μέρος εισήγησης στο πλαίσιο των εγκαινίων του νέου κτιρίου του 2/θέσιου Δημοτικού Σχολείου Όσσας και του 1/θέσιου Νηπιαγωγείου Όσσας, που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010 στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δημοτικού Σχολείου Όσσας.

2. Περισσότερες πληροφορίες και επιχειρήματα για το θέμα μπορείτε να βρείτε στο ενδιαφέρον άρθρο του Σχολικού Συμβούλου 6ης Εκπαιδ. Περιφέρειας Π.Ε. Αιτωλοακαρνανίας κ.Κολοβού Στεφάνου ΕΔΩ

3. Παραθέτω στη συνέχεια ολόκληρο το ποίημα του Κωστή Παλαμά:

Τα σχολεία χτίστε - Κωστής Παλαμάς
Με τη φλόγα που ψαίνει και που πλάθει,
με της καρδιάς τη φλόγα, με του Λόγου
τη δύναμη, ξεσκέπαστα, καθάρια,
και με τα χέρια, και με τα μαχαίρια,
τον τόπο πάρτε.
Κάτου σημάδια που έμπηξε το ψέμα!
Τα ταξίματα φέρτε στης Αλήθειας
της ιερής το βωμό και τα σφαχτάρια.
Στον τόπο απάνου όχι πολέμων κάστρα•
τα σκολειά χτίστε!
Λιτά χτίστε τα, απλόχωρα, μεγάλα,
γερά θεμελιωμένα, από της χώρας
ακάθαρτης, πoλύβοης, αρρωστιάρας
μακριά μακριά τ' ανήλιαγα σοκάκια,
τα σκολειά χτίστε!
Και τα πορτοπαράθυρα των τοίχων
περίσσια ανοίχτε, νάρχεται ο κυρ Ήλιος,
διαφεντευτής, να χύνεται, να φεύγει,
ονειρεμένο πίσω του αργοσέρνοντας
το φεγγάρι.
Γιομίζοντάς τα να τα ζωντανεύουν
μαϊστράλια και βοριάδες και μελτέμια
με τους κελαϊδισμούς και με τους μόσκους•
κι ο δάσκαλος, ποιητής και τα βιβλία
να είναι σαν κρίνα.
Του τραγουδιού τη γλώσσα αντιλαλώντας,
και τα βιβλία σαν τα τραγούδια να είναι!
Στη γη της ομορφιάς, αρματωμένη
την Επιστήμη, η Ομορφιά, χαρά της!
αρχή σοφίας!
Τα σκολειά χτίστε, υψώστε τα πλατάνια
για το δροσό στης ρεματιάς τη χάρη,
για τον καρπό σπάρτε τα αμπέλια, ας είναι
τ' αγαθά τους αγνά κρασιά, και ας είναι
γούρμα* σταφύλια,
λογής, κεχριμπαρένια, άλικα, μαύρα.
Όπου απλωσιά, όπου ψήλωμα, όπου υγεία,
στα πέλαα ν' αγναντεύουν τα καράβια
και τους αϊτούς να λαχταράν και τ' άστρα
στα ουράνια πλάτια.
Και βαθιούς τράφους γύρω γύρω σκάφτε
και πύργους πολεμόχαρους υψώστε
και βαρδιατόρους βάλτε να κρατάνε
μακριά μακριά τον ψεύτη και τον πλάνο
της Ρωμιοσύνης.
Ξόβεργα και καρφιά κρατά και πάει
και πιάνει και καρφώνει και σκοτώνει•
του φτερωτού πιο απ' όλα κυνηγάρης,
αρχίζοντας από τις πεταλούδες,
φτάνει στη Σκέψη.

Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010

Εργασιακός μεσαίωνας...

Δημοσιεύουμε σήμερα μια σειρά από γελοιογραφίες που επιλέξαμε το τελευταίο διάστημα, από τον γραπτό και ηλεκτρονικό τύπο, και που αφορούν στην οικονομική κατάσταση της Ελλάδας αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης και την σταδιακή αφαίρεση εργασιακών -και όχι μόνο- δικαιωμάτων από όλους τους εργαζόμενους...












Μαύρα Χριστούγεννα για τους εκπαιδευτικούς


Μια μέρα πέρασε μετά την επίσκεψη του Dominic Strauss Kahn (με το που γράφεις το όνομά του νιώθεις αμέσως ευρωπαίος και ξεχνάς τα προβλήματά σου), ο οποίος σαν άλλος ρωμαίος αυτοκράτορας ήρθε να επιθεωρήσει μια από τις πολλές επαρχίες του νότου, μοιράζοντας συμβουλές προς τους προσκυνημένους του πολιτικού μας συστήματος και αέρα κοπανιστό για τους πεινασμένους υπηκόους.

Τσιμπώντας μας φιλικά στο μάγουλο, όπως κάνουν όλοι οι μεγάλοι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες, μας συνέστησε την αρετή της υπομονής ενώ ταυτόχρονα μας διαβεβαίωσε ότι τελικά θα τα καταφέρουμε, αρκεί να εξακολουθήσουμε να είμαστε καλά παιδιά (είναι αλήθεια Dominic ότι δυσκολεύεσαι να πληρώσεις το ενοίκιο του σπιτιού σου και δεν έχεις να πάρεις δώρο στα εγγόνια σου φέτος τα Χριστούγεννα;).

Εκεί που μας υπόσχονταν ότι το 2013 τελειώνουν (λέμε τώρα) τα βάσανα, άρχισαν να κάνουν επίδειξη καλής αρίθμησης μιλώντας για 2014 , ίσως και 2015 με προοπτική να φτάσουμε αισίως στο 2024. Βέβαια, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να παραμείνουν ως έχουν ή να αλλάξουν προς το χειρότερο, όλες οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν εις βάρος των εργαζομένων και υπέρ των αφεντικών, αλλιώς μεγάλο κακό θα μας βρει (μάλλον τώρα βιώνουμε κάποιο μεγάλο καλό και δεν το καταλάβαμε).

Για τους εκπαιδευτικούς, όλων των κατηγοριών και όλων των ηλικιών, τα Χριστούγεννα που έρχονται θα είναι τα χειρότερα των τελευταίων ετών.
Η κατάργηση του δώρου, η μείωση μισθών και επιδομάτων και η ακρίβεια να έχει φτάσει στα ύψη, αρκούν για να φέρουν στα πρόθυρα της φτώχιας, αν δεν έχει συμβεί ήδη, πολλούς εκπαιδευτικούς.


Παράλληλα στα πλαίσια της συνέχισης των περικοπών στο δημόσιο τομέα συζητούν το ενδεχόμενο της κατάργησης βασικών επιδομάτων όπως αυτό της εξωδιδακτικής απασχόλησης και του οικογενειακού επιδόματος, με τελικό σκοπό τη δραστική τους μείωση για να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.
Είναι τόσο ανάλγητοι που δεν διστάζουν να κόψουν ακόμη και αυτά τα πενιχρά επιδόματα που δίνουν στους πολύτεκνους.

Για όσους εκπαιδευτικούς πλησιάζουν προς τη σύνταξη, συζητούν το ενδεχόμενο της κατάργησης του εφάπαξ με τελικό σκοπό τη δραστική του μείωση για να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Εξακολουθεί βέβαια να ισχύει η τριετής τουλάχιστον καθυστέρηση μέχρι την καταβολή του, η μείωση των συντάξεων, η περικοπή ιατρικών εξετάσεων που καλύπτονται από τον ΟΠΑΔ και ο συνεχής κίνδυνος κατάρρευσής του(του ΟΠΑΔ) λόγω της τζογαδόρικης κλοπής των αποθεματικών του.

Η αύξηση του ωραρίου διδασκαλίας των εκπαιδευτικών βρίσκεται στα σκαριά (σύνθημα: εξορθολογισμός, παρασύνθημα: διαρθρωτική αλλαγή) σε συνδυασμό με την αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών που οδηγεί στον, όχι και τόσο, κρυφό πόθο της άρσης της μονιμότητας.

Οι νεοδιόριστοι βλέπουν τα μαύρα Χριστούγεννα εις τριπλούν αφού ο νόμος 3848/2010 τους υποχρεώνει-τιμωρεί ώστε για τρία χρόνια να μη μπορούν να μετατεθούν ούτε να αποσπαστούν από την περιοχή του πρώτου διορισμού τους. Γιατί συμβαίνει αυτό; Κανένας υπεύθυνος δεν μπήκε στον κόπο να δώσει μια εξήγηση που να στηρίζεται σε λόγους με παιδαγωγικό, οικονομικό ή κοινωνικό περιεχόμενο. Ο μόνος ορατός λόγος που προκύπτει συμπερασματικά είναι πως η υποχρεωτική τριετία λειτουργεί για να εκφοβίσει τους νεοδιόριστους, να τους τσακίσει οικονομικά και ψυχικά ώστε να τους αναγκάσει να τρέξουν πίσω από τους γνωστούς καλοθελητές αυξάνοντας την πελατεία κάποιου κομματικού γραφείου, της κυβέρνησης ή της αντιπολίτευσης.

Παράλληλα θα αρχίσει να ισχύει ο θεσμός του «κυρ μέντορα» για κάθε νεοδιόριστο ώστε να ολοκληρωθεί ο κύκλος της ταλαιπωρίας και της απαξίωσης (6 χρόνια στο δημοτικό, 6 χρόνια στο γυμνάσιο-λύκειο, 10 χρόνια στο πανεπιστήμιο-μεταπτυχιακό-στρατό,10 χρόνια εξετάσεις ΑΣΕΠ, που πήγε η ζωή μου βρε παιδιά;)

Για τους αδιόριστους εκπαιδευτικούς το μέλλον σχεδιάζεται χωρίς τους ίδιους με μοναδική προοπτική την ελαστική εργασία χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα παρά μόνο υποχρεώσεις, ανασφάλεια και για καταβολή μισθών ούτε λόγος.

Οι διορισμοί μόνιμων εκπαιδευτικών για τη νέα χρονιά προβλέπονται … πολικές (υπό το μηδέν), καθώς με πρωτοφανή πολιτική αναλγησία αρνούνται να εφαρμόσουν την αναλογία 1 προς 1 στους διορισμούς παίρνοντας πίσω τις υποσχέσεις που οι ίδιοι έδωσαν.

Τα διάφορα προγράμματα ΕΣΠΑ μπήκαν στην ημερήσια διάταξη της εκπαίδευσης συμπαρασύροντας ανθρώπους και δικαιώματα. Χρειάστηκε κατάληψη της δευτεροβάθμιας της Γ’ Αθήνας για να τηρηθούν τα αυτονόητα και να αποδειχτεί πως οι αγώνες όταν γίνονται όπως πρέπει έχουν και μαζικότητα και αποτελέσματα (είπατε κάτι κύριοι της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ;).

Όσοι από τους αδιόριστους περίμεναν μόνιμο διορισμό, θα συνεχίσουν να περιμένουν λένε τα μηνύματα που έρχονται από το υπουργείο παιδείας.

Όσο για την ύπαρξη «κόκκινων γραμμών» που υποτίθεται ότι έχει η κυβέρνηση στην εφαρμογή αντιλαϊκών πολιτικών είναι το πιο κακόγουστο αστείο. Καμία κόκκινη γραμμή , καμία ντροπή, κανέναν πολιτικό και ηθικό ενδοιασμό δεν έχουν στην πρακτική τους αν είναι να εξασφαλίσουν το δικό τους πολιτικό μέλλον και την κερδοφορία των πραγματικών εντολοδόχων τους.

Κόκκινη γραμμή μπορούν να θέσουν μόνο οι πολίτες στο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο.

Η εμπειρία της περασμένης χρονιάς μας διδάσκει πως οι αντεργατικές πολιτικές που έχουν σκοπό να εφαρμόσουν, θα φτάσουν μέχρι εκεί που εμείς θα τους επιτρέψουμε να φτάσουν.
Να βάλουμε εμείς τις απροσπέραστες κόκκινες γραμμές σε πολιτικές, σε πολιτικούς , σε συνδικαλιστές και οικονομικούς παράγοντες πριν μας περάσουν την αλυσίδα στα πόδια και στο σβέρκο.



Χρήστος Κυργιάκης
xrkyrgiakis@yahoo.gr

Πηγή: Διαδικτυακός τόπος:www.alfavita.gr, 8/12/2010

Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Άκαρπη συνάντηση δασκάλων με τον υφυπουργό Οικονομικών Σαχινίδη


Δεν κατέληξε σε συγκεκριμένα αποτελέσματα η συνάντηση που είχε χθες το διοικητικό συμβούλιο της Διδασκαλικής ομοσπονδίας (ΔΟΕ) με τον υφυπουργό Οικονομικών κ. Φ. Σαχινίδη για τα θέματα του νέου μισθολογίου του δημοσίου. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε η ηγεσία της ΔΟΕ «δεν υπήρξαν συγκεκριμένες απαντήσεις από την πλευρά του υπουργείου Οικονομικών, παρότι τέθηκε ξανά το ζήτημα της μείωσης των αποδοχών των εκπαιδευτικών όπως επίσης και η φημολογία περί περικοπής του εξωδιδακτικού επιδόματος. Το θέμα αυτό, η ΔΟΕ επαναλαμβάνει ότι το θεωρεί «αιτία πολέμου».

Με την ανακοίνωσή της, η ΔΟΕ καλεί τους δασκάλους και νηπιαγωγούς να συμμετάσχουν μαζικά στην πανεργατική-πανυπαλληλική απεργία της 15ης Δεκεμβρίου. Πάντως, και σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΔΟΕ, στην διάρκεια της χθεσινής συνάντησης, ο κ. Σαχινίδης δήλωσε ότι μέσα στο επόμενο δίμηνο θα δοθεί στη δημοσιότητα μελέτη η οποία θα αποτυπώνει τα χαρακτηριστικά του νέου μισθολογίου και θα θέτει το πλαίσιο του διαλόγου, ο οποίος θα γίνει στο α΄τρίμηνο του 2011.

Ακόμη, μέχρι το τέλος του β΄τριμήνου του 2011, θα κατατεθεί στη Βουλή, νομοσχέδιο το οποίο θα αποτυπώσει τη βούληση της κυβέρνησης για το θέμα του μισθολογίου, ενώ εκτιμά ότι η εφαρμογή του θα ξεκινήσει από 1.1.2012.

Τέλος ο υφυπουργός Οικονομικών εκτίμησε ότι σε υπαλλήλους με τόσο χαμηλούς μισθούς δεν θα υπάρξουν περικοπές με το νέο μισθολόγιο, ενώ ανέφερε ότι από πλευράς κυβέρνησης, αρμόδιοι για το διάλογο είναι ο υπουργός Οικονομικών, κ.Γ. Παπακωνσταντίνου και ο υπουργός Εσωτερικών κ. Γ. Ραγκούσης.


Πηγή: Ηλεκτρονική εφημερίδα: ΤΟ ΒΗΜΑ ON LINE (www.tovima.gr), 1/12/2010